Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και Ειδική Αγωγή
Λαπαντζή Ελένη, Σύμβουλος Ειδικής Αγωγής 13ης Εκπ/κής Περιφέρειας
Η εγγύτητα των στόχων της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και της ειδικής αγωγής αφενός και αφ’ ετέρου η προσπάθεια όλων μας για μια ειδική εκπαίδευση σύγχρονη ,μια εκπαίδευση των μαθητών μας για τη ζωή ήταν ο λόγος που μας ώθησε να διοργανώσουμε τη σημερινή ημερίδα.
Είναι γεγονός ότι ειδικές διδακτικές και αναλυτικά προγράμματα για τα ειδικά σχολεία αυστηρά προκαθορισμένα, λεπτομερειακά στο είδος στο ποιόν και στο ποσόν της διδακτέας ύλης με τυποποιημένες μεθοδικές πορείες δεν υπάρχουν. Υπάρχουν μόνο σχέδια και διδακτικές αρχές που στηρίζονται σε νεότερες επιστημονικές αντιλήψεις και σχηματίζουν το γενικό θεωρητικό και πρακτικό πλαίσιο ενός σχεδίου αναλυτικού προγράμματος και διδακτικού προγράμματος.
Επίσης, είναι δεδομένο ότι στους μαθητές των ειδικών σχολείων η εξελικτική πορεία της προσωπικότητας καθυστερεί, οι δυνάμεις προσαρμογής στο φυσικό και κοινωνικο-πολιτιστικό περιβάλλον πάσχουν. Αυτό που στηρίζεται στην εσωτερική εξελικτική νομοτέλεια και στις εμπειρίες της ζωής δεν μπορεί να επιτευχθεί στους μαθητές μας όπως στους κανονικούς μαθητές. Αυτό λοιπόν που προσφέρει ειδική αγωγή είναι μια εξελικτική βοήθεια και ταυτόχρονα μια βοήθεια ζωής .Η πρώτη βοήθεια αφορά στην εξέλιξη της υστερούσας προσωπικότητας σε μια προσπάθεια αυτή να ολοκληρωθεί ,να ισορροπήσει σε όποιο επίπεδο επιτρέπουν οι δυνάμεις που διαθέτει.
Η δεύτερη αφορά στον εξοπλισμό του παιδιού με πρακτικές γνώσεις και δεξιότητες για τη ζωή και τέλος για την εξειδίκευση του σε μια εργασία γιατί ο τελικός σκοπός της ειδικής αγωγής είναι η κοινωνική ένταξη. Αυτό σημαίνει πως η ειδική αγωγή δημιουργεί νέους όρους, δρόμους και μορφές σκόπιμης ζωής, απλούστερους και ομολόγους προς τις εξελικτικές δυνάμεις του παιδιού.
Ειδικότερα το προφίλ της πλειοψηφίας των μαθητών που φιλοξενούμε παρουσιάζει τα εξής χαρακτηριστικά είναι δεμένοι με το παρόν, το τώρα, το συγκεκριμένο, τα εγγύς πράγματα, το άμεσο βίωμα, την άμεση εμπειρία, την πράξη. Από δω μπορούν ν’ αναζητήσουν και να ενδιαφερθούν « και για το πέραν αλλά εγγύς ψυχικά, τόσο στον τόπο όσο και στο χρόνο». Διαθέτουν τον εποπτικό συνειρμικό μηχανισμό και δουλεύουν καλά οι βασικές λειτουργίες της μίμησης και της μηχανικής μνήμης Μπορούν να φτάσουν ως τη διάκριση των απλών σχέσεων, των εποπτικών εννοιών με γενίκευση περιορισμένη και να κρίνουν απλοικά. Εθίζονται εύκολα σε βασικές μορφές κοινωνικής συμβίωσης μέσω της τυποποίησης ,της μίμησης και της υποβολιμότητας. Ασκούνται κινητικά, αποκτούν δεξιότητες μέσω της μίμησης. Προσεγγίζονται από το δρόμο του θυμικού και του συναισθήματος .
Mε τα αναλυτικά προγράμματα που αναφέρονται στην εκπαίδευση παιδιών που παρουσιάζουν το παραπάνω προφίλ επιχειρείται:
Α) Η κατάκτηση ικανού αριθμού γνώσεων, δεξιοτήτων, στάσεων που θα μπορούν εύκολα να μεταβιβάζονται, να εφαρμόζονται σε καταστάσεις της καθημερινής πραγματικότητας και σε μελλοντικές καταστάσεις σε ένα ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον .
Β) Η κατάκτηση της γνώσης και των αριθμών στα πλαίσια των δυνατοτήτων και ιδιαιτεροτήτων του κάθε παιδιού.
Γ) Η κατανόηση της πραγματικότητας και η αυτόνομη διαβίωση μέσα στον κόσμο που καλούνται να ζήσουν.
Δ) Η καλλιέργεια δεξιοτήτων επικοινωνίας με ταυτόχρονη προαγωγή της λογικής σκέψης με τέτοιο τρόπο ώστε να ανταπεξέρχονται τα παιδιά αυτά σε απαιτήσεις και προσδοκίες.
Ε) Η βαθμιαία κοινωνικοποίηση ώστε και αυτά τα παιδιά να αποκτήσουν την ικανότητα να συμβιώνουν και να αλληλεπιδρούν με επιτυχία με πρόσωπα και καταστάσεις του επικοινωνιακού τους περίγυρου.
Κατά τον σχεδιασμό των αναλυτικών προγραμμάτων λαμβάνονται υπόψη τρεις κυρίως μεταβλητές :
Α) οι πραγματικές ρεαλιστικές δυνατότητες- ικανότητες αλλά και οι ιδιαιτερότητες- ανάγκες του κάθε παιδιού
Β) οι επικρατούσες κοινωνικές συνθήκες και οι απαιτήσεις του κοινωνικού περιβάλλοντος( οικογένεια σχολείο γειτονιά), το στενό οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον.
Γ) οι μελλοντικές κοινωνικές συνθήκες στις οποίες καλείται να να προσαρμοστεί με επιτυχία το παιδί.
Τα πλαίσια των προγραμμάτων αυτών καθορίζονται σύμφωνα με τις παρακάτω ανάγκες
Α) ανάγκη αυτοαντίληψης, αυτοεξυπηρέτησης, αυτοπροστασίας ,αυτοελέγχου, έκφρασης
Β) ανάγκη αλληλεπίδρασης με το κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον
Γ) ανάγκη αξιοπρεπούς διαβίωσης και επιβίωσης
Δ) ανάγκη δημιουργίας οικογένειας
Ε) ανάγκη ανάπτυξης αστικής υπευθυνότητας
ΣΤ)ανάγκη καλλιέργειας του σεβασμό προς το περιβάλλον. προς την τέχνη κ.λπ.
Βασική επιδίωξη όλων των αναλυτικών και κατ’ επέκταση των διδακτικών προγραμμάτων της ειδικής αγωγής πρέπει να είναι η προσαρμογή τους στη ζωή και στην καθημερινή πρακτική.
Η Περιβαλλοντική εκπαίδευση ως μια πρωτοποριακή σχολική δραστηριότητα είτε ενσωματωμένη μέσα στο αναλυτικό πρόγραμμα είτε εκτός με την εφαρμογή σχεδίων εργασίας, έχει ως στόχους :
Α) τη συνειδητοποίηση από το παιδί της σχέσης του ανθρώπου με το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον,
Β) την ευαισθητοποίηση του για τα προβλήματα που συνδέονται με το περιβάλλον και τη δραστηριοποίηση του ώστε να συμβάλει στη γενικότερη προσπάθεια αντιμετώπισης τους.
Ως εκπαιδευτική διαδικασία-δραστηριότητα οδηγεί στη διασαφήνιση εννοιών, αναγνώριση αξιών, ανάπτυξη- καλλιέργεια κινητικών δεξιοτήτων και στάσεων που είναι απαραίτητες στη διαδικασία λήψης αποφάσεων- δράσεων απέναντι στο περιβάλλον στη ολιστική του διάσταση ως φυσικό- τεχνητό, δομημένο- οικονομικό, κοινωνικό και ιστορικό.(Ν.1892/1990)
Προσεγγίζοντας τους γενικούς στόχους των προγραμμάτων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης καθώς και τις ενδεικτικές διαθεματικές θεμελιώδεις που περιλαμβάνουν, διαπιστώνουμε τα εξής
Οι γενικοί στόχοι συνοψίζουν γνώσεις, δεξιότητες, στάσεις και αξίες που έχουν σχέση με τα παρακάτω
Κατανόηση της αλληλεπίδρασης του ανθρώπου με το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον
Συσχέτιση αρχών και εννοιών των φυσικών επιστημών με την καθημερινή πραγματικότητα
Ανάπτυξη κώδικα συμπεριφοράς απέναντι στην ομάδα και στο περιβάλλον
Καλλιέργεια της ικανότητας λήψης αποφάσεων
Αντίληψη της φύσης μέσα από όλες τις αισθήσεις
Αξιοποίηση της σημειολογίας της φύσης.
Σεβασμός στην προστασία κάθε μορφή ζωής
Άσκηση στην ορθή χρήση της τεχνολογίας
Άσκηση στην ομαδική εργασία
Ανάπτυξη πνεύματος συνεργασίας και υπευθυνότητας
Σεβασμός των διαφορετικών απόψεων, του τρόπου ζωής και της δημιουργικής δράσης των άλλων
Ενεργή συμμετοχή ως υπεύθυνοι πολίτες στη βελτίωση της ποιότητας ζωής
Όσον αφορά τις θεμελιώδεις διαθεματικές έννοιες ενδεικτικά αναφέρονται οι εξής :
Αλληλεπίδραση, μεταβολή, ισορροπία, χώρος, χρόνος, μονάδα, σύνολο, πολιτισμός, προστασία, ασφάλεια σεβασμός ,οικονομία, επικοινωνία, υπευθυνότητα, ελευθερία, ανεξαρτησία, συνεργασία, αλληλεγγύη.
Οι βασικές αρχές της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης συνοψίζονται ως εξής
Διεπιστημονική και διαθεματική προσέγγιση του θέματος
Ενεργός συμμετοχή των μαθητών, προσανατολισμός στην πρόληψη, ευαισθητοποίηση στην ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων, παροχή ίσων ευκαιριών για απόκτηση γνώσεων δεξιοτήτων αξιών και στάσεων που χρειάζονται για την προστασία του περιβάλλοντος, άνοιγμα του σχολείου στην κοινωνία και στη ζωή.
Σύνδεση της μάθησης με τη ζωή και την πράξη, συλλογικότητα και υπευθυνότητα είναι ο πυρήνας της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης που επιδιώκει να διαμορφώσει έτσι μια μάθηση άμεση, ζωντανή, σφαιρική, ανθεκτική στο χρόνο αλλά και πιο εφαρμόσιμη.
Η παραπάνω αναλυτική αναφορά των στόχων και βασικών αρχών της ειδικής αγωγής και της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης καταδεικνύει τόσο τον κοινό χώρο που οι δύο παραπάνω εκπαιδευτικές παρεμβάσεις μοιράζονται όσο και το αυτονόητο ότι η περιβαλλοντική εκπαίδευση αποτελεί ένα σημαντικότατο και ουσιαστικότατο κομμάτι της ειδικής αγωγής. Μέσα από μια διευρυμένη οπτική θα τολμούσε κανείς να πει ότι το μεγαλύτερο μέρος της ειδικής αγωγής δεν είναι παρά περιβαλλοντική εκπαίδευση, με την έννοια της μάθησης επιβίωσης - προσαρμογής του παιδιού με ειδικές ανάγκες στο περιβάλλον στην ολιστική διάσταση του και τη συνειδητοποίηση της σχέσης του με αυτό. Η αρχή του ζωντανού ολικού βιώματος που είναι κυρίαρχη στην ειδική αγωγή, κατακτάται σε μεγάλο βαθμό μέσω της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Το παιδί πρέπει να κατακτήσει φυσικά το περιβάλλον, να βιώσει και να κατακτήσει τον περί - κοσμό του στην ολότητά του.
Ακολουθεί μια απόπειρα συσχετισμού βασικών διδακτικών αρχών της ειδικής αγωγής που αποτελούν και βασικές διδακτικές αρχές της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης.
1. Στενός εντοπισμός του διδακτικού προγράμματος στο χωροχρονικό σύστημα του άμεσου, συγκεκριμένου φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος( βιώματα ,εποπτείες, γνώσεις, στάσεις, συμπεριφορές).
Θεματικές ενότητες που μπορούν να αναπτυχθούν μέσα από πρόγραμμα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης: Τάξη, σχολείο, σπίτι, γειτονιά, άνθρωπος, χρόνος, κύκλος ζωής, χώρος , σώμα, υγιεινή, ασφάλεια, ένδυση, διατροφή, διαχείριση συναισθημάτων, φυτά και ζώα, μεταφορές, αντικείμενα περιβάλλοντος, κύκλος νερού, καιρός, αλλαγή μέρας νύχτας, προσανατολισμός ενεργεία, επικοινωνία ,ενημέρωση, επαγγέλματα ταξίδια, αθλητισμός, χόμπυ, γιορτές κλπ
2. Αγωγή των αισθήσεων και του συναισθήματος
Η αρχή αυτή είναι βασική, αφετηριακή αρχή της όλης διδακτικής μας πορείας για την πρώτη κατ αίσθηση σύλληψη του αντικειμενικού και συγκεκριμένου, την πρώτη θεμελίωση του άμεσου βιωματικού και εμπειρικού κόσμου του παιδιού.. Αντίληψη των γνωρισμάτων και ιδιοτήτων των αντικειμένων , αναγνωρίσεως τους από το χρώμα, το βάρους ,την κίνηση και στη συνέχεια αποδέσμευση από την άμεση αισθητηριακή επικοινωνία. Από την κατ’αίσθηση αντίληψη του αντικειμένου και την εποπτική του παράσταση(μνημονική εικόνα), περνάμε στα πολλά όμοια και ομοειδή, στην παρατήρηση των γενικών ιδιοτήτων αυτών και τέλος στην κατάκτηση του μορφολογικού προτύπου, στην κατάκτηση δηλαδή της εποπτικής έννοιας των αντικειμένων.
3. Αρχή της αγωγής της κινητικότητας. Η αρχή αυτή είναι πανταχού παρούσα σε όλες τις μορφές του παιχνιδιού, της γυμναστικής , των σπορ ,των φυσικών κινήσεων και της ελεύθερης απασχόλησης, της σκόπιμης εργασίας, στο ρυθμό, στο χορό, στη μίμηση ρόλων, στο σχέδιο στη γραφή κ.λπ. σε κάθε στιγμή της ζωής και κίνησης του ατόμου στο χώρο και χρόνο. Η κινητική αγωγή αποβλέπει στην κατάκτηση του περιβάλλοντος, θεμελιώνει την προσωπικότητα και την κοινωνικοποίηση.
4. Αρχή της γενικής, στοιχειώδους πρακτικής μόρφωσης
Στοιχειώδης πρακτική μόρφωση με τη γενική έννοια είναι ο πλουτισμός με εμπειρίες, η άσκηση της πρακτικής νοημοσύνης , η αμεσότητα με τη ζωή και τα ζωντανά περιστατικά και φυσικά η άσκηση δεξιοτήτων.
5. Η αρχή της πατριδογνωσίας ή της άμεσης περιβαλλοντογνωσίας
Η διαταραγμένη ή μη κατακτημένη έννοια του χώρου και του χρόνου του ειδικού παιδιού απαιτεί ύλη διδασκαλίας που να μπορεί καθημερινά να παρατηρείται και να βιώνεται. Γι' αυτό θεματικές ενότητες αναφέρονται στο στενό βιωματικό κόσμο του παιδιού (σπίτι, γειτονιά και στενή πατρίδα), στη ζωή του σήμερα, στο επίκαιρο. Όλο το στενό φυσικό περιβάλλον, η στενή πατρίδα, η γενέθλια γη υπόκειται στην άμεση παρατήρηση και τη βίωση. Αυτή προσφέρει τα πρώτα και βασικά μορφωτικά αγαθά που χρειάζεται το παιδί να πάρει, δηλαδή αντικείμενα, ζώα άνθρωποι, ζωή, κίνηση. Όλα εκεί βρίσκονται σε φυσική τάξη και νομοτέλεια. Η ειδική αγωγή είναι η αγωγή του παιδιού μέσα στην κοινότητα, στη ζωή.
6. Η αρχή ή της καταλληλότητας των διδακτικών μέσων και του υλικού. Οχι το τι πρέπει να μάθει όχι το τι πρέπει να κάνει αλλά το τι μπορεί. Το αναγκαίο για τη μόρφωση του, το χρήσιμο για τη ζωή του, αλλά στη βάση του δυνατού και των δυνατοτήτων του
7. Η αρχή του αναγκαίου και χρήσιμου για τη ζωή. Το αναγκαίο και χρήσιμο για τη ζωή πρέπει να είναι το ουσιώδες, το σύγχρονο, κυρίως το άμεσο, να βρίσκεται δε στο ύψος των δυνατοτήτων του παιδιού και των απαιτήσεων της κοινωνίας. Όχι μισές γνώσεις, δεξιότητες όχι στην τύχη και πολλές αλλά λίγες, διαλεγμένες ζωντανές και εμπεδωμένες. Το αποφασιστικό για την επιτυχία της ειδικής αγωγής είναι το εύχρηστο των γνώσεων και δεξιοτήτων το μέτρο της κατανόησης τους και η ομόλογη σχέση με τη μελλοντική ζωή του παιδιού.
8. Η αρχή της διάρθρωσης και προσφοράς της ύλης
η διάρθρωση της διδακτέας ύλης ακολουθεί μια ανιούσα προοδευτική κλίμακα η οποία διαγράφεται ως εξής
- από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο
- από το εγγύς τοπικά και χρονικά προχωρεί στο πέραν προς το μέλλον αλλά συνδέεται και
με το παρελθόν
- η ομόκεντρος αρχή κατά κύκλους αυξανόμενους διαμετρικά και αντίστοιχους προς τις
βαθμίδες
- από το όλο στο μέρος, από το γενικό στο μερικό από το εύκολο στο δύσκολο από το
απλό στο σύνθετο
- από το επίκαιρο στο τακτικό από το παιγνιώδες στο συστηματικό
- από το υλικό στο εικονικό
Η ύλη διαρθρώνεται σε ενότητες
9. Η αρχή της εμπειρίας
Η αρχή του αντικειμενικού, του συγκεκριμένου, του άμεσου εποπτικού βιώματος. Όλες οι γνώσεις δοκιμάζονται στην πραγματικότητα. Μόνο εκείνο που βιώνει, που ζει το παιδί, δημιουργεί εσωτερική εμπειρία που μπορεί να αξιοποιηθεί. Προηγείται η άμεση παρατήρηση, η επαφή με τα πράγματα. Το κοσμοείδωλο του ειδικού παιδιού είναι το αποτέλεσμα της προσωπικής επαφής του ίδιου με τον κόσμο, με τα αντικείμενα , με τη ζωή και την κίνηση του στενού του περιβάλλοντος δηλαδή αποτέλεσμα άμεσης εμπειρίας. Όπως είπε και ο Φλομπέλ ‘Πριν δώσεις στα παιδιά εικονογραφημένα βιβλία άφησε να ασκηθούν οι αισθήσεις τους τόσο πολύ σε εποπτικές μορφές στα πράγματα, στα φυτά, στα ζώα του σπιτιού.
10. Η αρχή των διδακτικών ενοτήτων
11. Η αρχή της εργασίας
Το ειδικό παιδί μαθαίνει καλύτερα με την άμεση επικοινωνία με τα πράγματα, τη ζωή και περισσότερο όταν όλα περνούν από το χέρι .Το ειδικό παιδί κατακτά τον κόσμο με το χέρι την καρδιά και τον νου.
12. Η αρχή της κυκλικής διαδρομής( παρατήρηση –βίωση, εποπτική-υλική ή συμβολική αναπαράσταση- επαναβίωση
Τις παραπάνω αρχές έχουν τη δυνατότητα να υλοποιήσουν τα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στην Ειδική αγωγή. Το διδακτικό υλικό το παίρνουν από την αληθινή ζωή, από τη γύρω ζωντανή πραγματικότητα και έχει μια άμεση σχέση με τα αντικείμενα, τα ζώα, τους ανθρώπους τη ζωή και την κίνηση του περιβάλλοντος, το τοπικό χρώμα. Ο μαθητής βάσει πρακτικών δραστηριοτήτων που καθορίζονται εξωτερικά από άλλους η μέσω αυτόνομης χειραφέτησής του κατανοεί τα αντικείμενα του περιβάλλοντος και μαθαίνει να τα επεξεργάζεται ως φορέας πληροφοριών και ιδιοτήτων.. Τα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης βοηθούν πάρα πολύ προς αυτή την κατεύθυνση. Η επαφή του μαθητή μέσω δραστηριότητας με τα αντικείμενα και τη φύση τού επιτρέπει να κατανοεί ιδιότητες και λειτουργίες. Όταν το αντικείμενο του μαθήματος θέτει δομές και στόχους εκτός του σχολείου ή όταν η σύνδεσή του με τη ζωή δεν είναι καταφανής στα πλαίσια της τάξης, στις περιπτώσεις αυτές οι χώροι μάθησης εκτός σχολικού συγκροτήματος που κατά κανόνα συνδέονται με τα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης προσφέρουν περισσότερες και ποικιλόμορφες δυνατότητες για αλληλεπίδραση και κατανόηση της πραγματικότητας. Τέτοιοι χώροι είναι τα μέσα συγκοινωνίας, τα καταστήματα ,η φύση, τα μουσεία, χώροι που διοργανώνονται αθλητικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις. Οι μαθητές πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για τη συχνή περίπλοκη και προβλέψιμη και ασυνήθιστη πραγματικότητα γι' αυτό χρειάζεται να επιχειρείται στο σχολείο η κατάλληλη ανάλυση των πιθανών αναμενόμενων προβλημάτων που θα ανακύψουν κατά τη συνάντηση των μαθητών με τα νέα δεδομένα. Πολλές φορές επιβάλλεται η εξάσκηση αντιμετώπισης των διαφόρων καταστάσεων είτε με τη μορφή παιχνιδιού ρόλων είτε με το να προσφέρονται κατάλληλοι προσανατολισμοί βοήθειας μέσω εικόνων, αφηγήσεων, έως ότου τελικά γίνουν πιο προσιτές και κατανοητές οι πραγματικές καταστάσεις.
Όσον αφορά στη διδασκαλία που είναι προσανατολισμένη στη μέθοδο σχεδίων εργασίας, φαίνεται ν’ ανταποκρίνεται στην ανάγκη των παιδιών να μαθαίνουν μέσω βιωμάτων και μέσω της συμμετοχής τους σε διάφορες καταστάσεις. Αφετηρία για την εφαρμογή αυτού του μοντέλου είναι η εμπειρία στα ενδιαφέροντα και ανάγκες μάθησης του μαθητή .Επιλέγεται σε τακτική ενότητα μια φυσική κατάσταση ζωής από το περιβάλλον του μαθητή και επιχειρείται ν’ αναπτυχθούν ικανότητες δράσης και αυτόνομη αντίδραση των μαθητών απέναντι σε πραγματικές καταστάσεις ζωής.
Το παιχνίδι ως μέθοδος μάθησης κατέχει σημαντικό χώρο στα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης των μαθητών με ειδικές ανάγκες. Το παιχνίδι κάθε μορφής, προσφέρει την ευκαιρία στο παιδί να αντιληφθεί και να κατανοήσει τον εαυτό του και το περιβάλλον του. Το «μαθαίνω παίζοντας» αποτελεί βασικό στόχο του μαθήματος αλλά ταυτόχρονα αυτό καθαυτό το παιχνίδι δίνει τη δυνατότητα στο μαθητή να αναπτύξει τις πρώτες του σχέσεις με τα αντικείμενα και τον κόσμο, να συνειδητοποιήσει βασικές λειτουργίες κινητικές και κοινωνικές. Το παιχνίδι προσφέρει ευκαιρίες συμψηφισμού και αντιστάθμισης. Συντελεί στην ενίσχυση του εγώ και στη δημιουργία μιας καλύτερης αυτοεικόνας. Ενισχύει προσπάθειες κοινωνικής ένταξης. Το ανοιχτό μάθημα είναι επίσης ένα στοιχείο ουσιαστικό της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Πρόκειται για ένα δυναμικό σχέδιο διεύρυνσης και επέκτασης του μαθήματος στα πλαίσια μιας νέας κουλτούρας για τη σχολική καθημερινότητα.
“Eν κατακλείδι» επισημαίνουμε ότι στα παραπάνω πλαίσια αρχών για την ειδική και περιβαλλοντική εκπαίδευση, το περιβάλλον σ΄όλες τις διαστάσεις (φυσικο-κοινωνικό, πολιτιστικό) προσεγγίζεται μέσα από στοχευμένες δραστηριότητες, διαρθρωμένες στους άξονες του ΠΑΠΕ με απώτερο στόχο ο ανάπηρος μαθητής να κατακτήσει την αυτονομία του.
Η εγγύτητα των στόχων της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και της ειδικής αγωγής αφενός και αφ’ ετέρου η προσπάθεια όλων μας για μια ειδική εκπαίδευση σύγχρονη ,μια εκπαίδευση των μαθητών μας για τη ζωή ήταν ο λόγος που μας ώθησε να διοργανώσουμε τη σημερινή ημερίδα.
Είναι γεγονός ότι ειδικές διδακτικές και αναλυτικά προγράμματα για τα ειδικά σχολεία αυστηρά προκαθορισμένα, λεπτομερειακά στο είδος στο ποιόν και στο ποσόν της διδακτέας ύλης με τυποποιημένες μεθοδικές πορείες δεν υπάρχουν. Υπάρχουν μόνο σχέδια και διδακτικές αρχές που στηρίζονται σε νεότερες επιστημονικές αντιλήψεις και σχηματίζουν το γενικό θεωρητικό και πρακτικό πλαίσιο ενός σχεδίου αναλυτικού προγράμματος και διδακτικού προγράμματος.
Επίσης, είναι δεδομένο ότι στους μαθητές των ειδικών σχολείων η εξελικτική πορεία της προσωπικότητας καθυστερεί, οι δυνάμεις προσαρμογής στο φυσικό και κοινωνικο-πολιτιστικό περιβάλλον πάσχουν. Αυτό που στηρίζεται στην εσωτερική εξελικτική νομοτέλεια και στις εμπειρίες της ζωής δεν μπορεί να επιτευχθεί στους μαθητές μας όπως στους κανονικούς μαθητές. Αυτό λοιπόν που προσφέρει ειδική αγωγή είναι μια εξελικτική βοήθεια και ταυτόχρονα μια βοήθεια ζωής .Η πρώτη βοήθεια αφορά στην εξέλιξη της υστερούσας προσωπικότητας σε μια προσπάθεια αυτή να ολοκληρωθεί ,να ισορροπήσει σε όποιο επίπεδο επιτρέπουν οι δυνάμεις που διαθέτει.
Η δεύτερη αφορά στον εξοπλισμό του παιδιού με πρακτικές γνώσεις και δεξιότητες για τη ζωή και τέλος για την εξειδίκευση του σε μια εργασία γιατί ο τελικός σκοπός της ειδικής αγωγής είναι η κοινωνική ένταξη. Αυτό σημαίνει πως η ειδική αγωγή δημιουργεί νέους όρους, δρόμους και μορφές σκόπιμης ζωής, απλούστερους και ομολόγους προς τις εξελικτικές δυνάμεις του παιδιού.
Ειδικότερα το προφίλ της πλειοψηφίας των μαθητών που φιλοξενούμε παρουσιάζει τα εξής χαρακτηριστικά είναι δεμένοι με το παρόν, το τώρα, το συγκεκριμένο, τα εγγύς πράγματα, το άμεσο βίωμα, την άμεση εμπειρία, την πράξη. Από δω μπορούν ν’ αναζητήσουν και να ενδιαφερθούν « και για το πέραν αλλά εγγύς ψυχικά, τόσο στον τόπο όσο και στο χρόνο». Διαθέτουν τον εποπτικό συνειρμικό μηχανισμό και δουλεύουν καλά οι βασικές λειτουργίες της μίμησης και της μηχανικής μνήμης Μπορούν να φτάσουν ως τη διάκριση των απλών σχέσεων, των εποπτικών εννοιών με γενίκευση περιορισμένη και να κρίνουν απλοικά. Εθίζονται εύκολα σε βασικές μορφές κοινωνικής συμβίωσης μέσω της τυποποίησης ,της μίμησης και της υποβολιμότητας. Ασκούνται κινητικά, αποκτούν δεξιότητες μέσω της μίμησης. Προσεγγίζονται από το δρόμο του θυμικού και του συναισθήματος .
Mε τα αναλυτικά προγράμματα που αναφέρονται στην εκπαίδευση παιδιών που παρουσιάζουν το παραπάνω προφίλ επιχειρείται:
Α) Η κατάκτηση ικανού αριθμού γνώσεων, δεξιοτήτων, στάσεων που θα μπορούν εύκολα να μεταβιβάζονται, να εφαρμόζονται σε καταστάσεις της καθημερινής πραγματικότητας και σε μελλοντικές καταστάσεις σε ένα ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον .
Β) Η κατάκτηση της γνώσης και των αριθμών στα πλαίσια των δυνατοτήτων και ιδιαιτεροτήτων του κάθε παιδιού.
Γ) Η κατανόηση της πραγματικότητας και η αυτόνομη διαβίωση μέσα στον κόσμο που καλούνται να ζήσουν.
Δ) Η καλλιέργεια δεξιοτήτων επικοινωνίας με ταυτόχρονη προαγωγή της λογικής σκέψης με τέτοιο τρόπο ώστε να ανταπεξέρχονται τα παιδιά αυτά σε απαιτήσεις και προσδοκίες.
Ε) Η βαθμιαία κοινωνικοποίηση ώστε και αυτά τα παιδιά να αποκτήσουν την ικανότητα να συμβιώνουν και να αλληλεπιδρούν με επιτυχία με πρόσωπα και καταστάσεις του επικοινωνιακού τους περίγυρου.
Κατά τον σχεδιασμό των αναλυτικών προγραμμάτων λαμβάνονται υπόψη τρεις κυρίως μεταβλητές :
Α) οι πραγματικές ρεαλιστικές δυνατότητες- ικανότητες αλλά και οι ιδιαιτερότητες- ανάγκες του κάθε παιδιού
Β) οι επικρατούσες κοινωνικές συνθήκες και οι απαιτήσεις του κοινωνικού περιβάλλοντος( οικογένεια σχολείο γειτονιά), το στενό οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον.
Γ) οι μελλοντικές κοινωνικές συνθήκες στις οποίες καλείται να να προσαρμοστεί με επιτυχία το παιδί.
Τα πλαίσια των προγραμμάτων αυτών καθορίζονται σύμφωνα με τις παρακάτω ανάγκες
Α) ανάγκη αυτοαντίληψης, αυτοεξυπηρέτησης, αυτοπροστασίας ,αυτοελέγχου, έκφρασης
Β) ανάγκη αλληλεπίδρασης με το κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον
Γ) ανάγκη αξιοπρεπούς διαβίωσης και επιβίωσης
Δ) ανάγκη δημιουργίας οικογένειας
Ε) ανάγκη ανάπτυξης αστικής υπευθυνότητας
ΣΤ)ανάγκη καλλιέργειας του σεβασμό προς το περιβάλλον. προς την τέχνη κ.λπ.
Βασική επιδίωξη όλων των αναλυτικών και κατ’ επέκταση των διδακτικών προγραμμάτων της ειδικής αγωγής πρέπει να είναι η προσαρμογή τους στη ζωή και στην καθημερινή πρακτική.
Η Περιβαλλοντική εκπαίδευση ως μια πρωτοποριακή σχολική δραστηριότητα είτε ενσωματωμένη μέσα στο αναλυτικό πρόγραμμα είτε εκτός με την εφαρμογή σχεδίων εργασίας, έχει ως στόχους :
Α) τη συνειδητοποίηση από το παιδί της σχέσης του ανθρώπου με το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον,
Β) την ευαισθητοποίηση του για τα προβλήματα που συνδέονται με το περιβάλλον και τη δραστηριοποίηση του ώστε να συμβάλει στη γενικότερη προσπάθεια αντιμετώπισης τους.
Ως εκπαιδευτική διαδικασία-δραστηριότητα οδηγεί στη διασαφήνιση εννοιών, αναγνώριση αξιών, ανάπτυξη- καλλιέργεια κινητικών δεξιοτήτων και στάσεων που είναι απαραίτητες στη διαδικασία λήψης αποφάσεων- δράσεων απέναντι στο περιβάλλον στη ολιστική του διάσταση ως φυσικό- τεχνητό, δομημένο- οικονομικό, κοινωνικό και ιστορικό.(Ν.1892/1990)
Προσεγγίζοντας τους γενικούς στόχους των προγραμμάτων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης καθώς και τις ενδεικτικές διαθεματικές θεμελιώδεις που περιλαμβάνουν, διαπιστώνουμε τα εξής
Οι γενικοί στόχοι συνοψίζουν γνώσεις, δεξιότητες, στάσεις και αξίες που έχουν σχέση με τα παρακάτω
Κατανόηση της αλληλεπίδρασης του ανθρώπου με το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον
Συσχέτιση αρχών και εννοιών των φυσικών επιστημών με την καθημερινή πραγματικότητα
Ανάπτυξη κώδικα συμπεριφοράς απέναντι στην ομάδα και στο περιβάλλον
Καλλιέργεια της ικανότητας λήψης αποφάσεων
Αντίληψη της φύσης μέσα από όλες τις αισθήσεις
Αξιοποίηση της σημειολογίας της φύσης.
Σεβασμός στην προστασία κάθε μορφή ζωής
Άσκηση στην ορθή χρήση της τεχνολογίας
Άσκηση στην ομαδική εργασία
Ανάπτυξη πνεύματος συνεργασίας και υπευθυνότητας
Σεβασμός των διαφορετικών απόψεων, του τρόπου ζωής και της δημιουργικής δράσης των άλλων
Ενεργή συμμετοχή ως υπεύθυνοι πολίτες στη βελτίωση της ποιότητας ζωής
Όσον αφορά τις θεμελιώδεις διαθεματικές έννοιες ενδεικτικά αναφέρονται οι εξής :
Αλληλεπίδραση, μεταβολή, ισορροπία, χώρος, χρόνος, μονάδα, σύνολο, πολιτισμός, προστασία, ασφάλεια σεβασμός ,οικονομία, επικοινωνία, υπευθυνότητα, ελευθερία, ανεξαρτησία, συνεργασία, αλληλεγγύη.
Οι βασικές αρχές της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης συνοψίζονται ως εξής
Διεπιστημονική και διαθεματική προσέγγιση του θέματος
Ενεργός συμμετοχή των μαθητών, προσανατολισμός στην πρόληψη, ευαισθητοποίηση στην ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων, παροχή ίσων ευκαιριών για απόκτηση γνώσεων δεξιοτήτων αξιών και στάσεων που χρειάζονται για την προστασία του περιβάλλοντος, άνοιγμα του σχολείου στην κοινωνία και στη ζωή.
Σύνδεση της μάθησης με τη ζωή και την πράξη, συλλογικότητα και υπευθυνότητα είναι ο πυρήνας της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης που επιδιώκει να διαμορφώσει έτσι μια μάθηση άμεση, ζωντανή, σφαιρική, ανθεκτική στο χρόνο αλλά και πιο εφαρμόσιμη.
Η παραπάνω αναλυτική αναφορά των στόχων και βασικών αρχών της ειδικής αγωγής και της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης καταδεικνύει τόσο τον κοινό χώρο που οι δύο παραπάνω εκπαιδευτικές παρεμβάσεις μοιράζονται όσο και το αυτονόητο ότι η περιβαλλοντική εκπαίδευση αποτελεί ένα σημαντικότατο και ουσιαστικότατο κομμάτι της ειδικής αγωγής. Μέσα από μια διευρυμένη οπτική θα τολμούσε κανείς να πει ότι το μεγαλύτερο μέρος της ειδικής αγωγής δεν είναι παρά περιβαλλοντική εκπαίδευση, με την έννοια της μάθησης επιβίωσης - προσαρμογής του παιδιού με ειδικές ανάγκες στο περιβάλλον στην ολιστική διάσταση του και τη συνειδητοποίηση της σχέσης του με αυτό. Η αρχή του ζωντανού ολικού βιώματος που είναι κυρίαρχη στην ειδική αγωγή, κατακτάται σε μεγάλο βαθμό μέσω της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Το παιδί πρέπει να κατακτήσει φυσικά το περιβάλλον, να βιώσει και να κατακτήσει τον περί - κοσμό του στην ολότητά του.
Ακολουθεί μια απόπειρα συσχετισμού βασικών διδακτικών αρχών της ειδικής αγωγής που αποτελούν και βασικές διδακτικές αρχές της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης.
1. Στενός εντοπισμός του διδακτικού προγράμματος στο χωροχρονικό σύστημα του άμεσου, συγκεκριμένου φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος( βιώματα ,εποπτείες, γνώσεις, στάσεις, συμπεριφορές).
Θεματικές ενότητες που μπορούν να αναπτυχθούν μέσα από πρόγραμμα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης: Τάξη, σχολείο, σπίτι, γειτονιά, άνθρωπος, χρόνος, κύκλος ζωής, χώρος , σώμα, υγιεινή, ασφάλεια, ένδυση, διατροφή, διαχείριση συναισθημάτων, φυτά και ζώα, μεταφορές, αντικείμενα περιβάλλοντος, κύκλος νερού, καιρός, αλλαγή μέρας νύχτας, προσανατολισμός ενεργεία, επικοινωνία ,ενημέρωση, επαγγέλματα ταξίδια, αθλητισμός, χόμπυ, γιορτές κλπ
2. Αγωγή των αισθήσεων και του συναισθήματος
Η αρχή αυτή είναι βασική, αφετηριακή αρχή της όλης διδακτικής μας πορείας για την πρώτη κατ αίσθηση σύλληψη του αντικειμενικού και συγκεκριμένου, την πρώτη θεμελίωση του άμεσου βιωματικού και εμπειρικού κόσμου του παιδιού.. Αντίληψη των γνωρισμάτων και ιδιοτήτων των αντικειμένων , αναγνωρίσεως τους από το χρώμα, το βάρους ,την κίνηση και στη συνέχεια αποδέσμευση από την άμεση αισθητηριακή επικοινωνία. Από την κατ’αίσθηση αντίληψη του αντικειμένου και την εποπτική του παράσταση(μνημονική εικόνα), περνάμε στα πολλά όμοια και ομοειδή, στην παρατήρηση των γενικών ιδιοτήτων αυτών και τέλος στην κατάκτηση του μορφολογικού προτύπου, στην κατάκτηση δηλαδή της εποπτικής έννοιας των αντικειμένων.
3. Αρχή της αγωγής της κινητικότητας. Η αρχή αυτή είναι πανταχού παρούσα σε όλες τις μορφές του παιχνιδιού, της γυμναστικής , των σπορ ,των φυσικών κινήσεων και της ελεύθερης απασχόλησης, της σκόπιμης εργασίας, στο ρυθμό, στο χορό, στη μίμηση ρόλων, στο σχέδιο στη γραφή κ.λπ. σε κάθε στιγμή της ζωής και κίνησης του ατόμου στο χώρο και χρόνο. Η κινητική αγωγή αποβλέπει στην κατάκτηση του περιβάλλοντος, θεμελιώνει την προσωπικότητα και την κοινωνικοποίηση.
4. Αρχή της γενικής, στοιχειώδους πρακτικής μόρφωσης
Στοιχειώδης πρακτική μόρφωση με τη γενική έννοια είναι ο πλουτισμός με εμπειρίες, η άσκηση της πρακτικής νοημοσύνης , η αμεσότητα με τη ζωή και τα ζωντανά περιστατικά και φυσικά η άσκηση δεξιοτήτων.
5. Η αρχή της πατριδογνωσίας ή της άμεσης περιβαλλοντογνωσίας
Η διαταραγμένη ή μη κατακτημένη έννοια του χώρου και του χρόνου του ειδικού παιδιού απαιτεί ύλη διδασκαλίας που να μπορεί καθημερινά να παρατηρείται και να βιώνεται. Γι' αυτό θεματικές ενότητες αναφέρονται στο στενό βιωματικό κόσμο του παιδιού (σπίτι, γειτονιά και στενή πατρίδα), στη ζωή του σήμερα, στο επίκαιρο. Όλο το στενό φυσικό περιβάλλον, η στενή πατρίδα, η γενέθλια γη υπόκειται στην άμεση παρατήρηση και τη βίωση. Αυτή προσφέρει τα πρώτα και βασικά μορφωτικά αγαθά που χρειάζεται το παιδί να πάρει, δηλαδή αντικείμενα, ζώα άνθρωποι, ζωή, κίνηση. Όλα εκεί βρίσκονται σε φυσική τάξη και νομοτέλεια. Η ειδική αγωγή είναι η αγωγή του παιδιού μέσα στην κοινότητα, στη ζωή.
6. Η αρχή ή της καταλληλότητας των διδακτικών μέσων και του υλικού. Οχι το τι πρέπει να μάθει όχι το τι πρέπει να κάνει αλλά το τι μπορεί. Το αναγκαίο για τη μόρφωση του, το χρήσιμο για τη ζωή του, αλλά στη βάση του δυνατού και των δυνατοτήτων του
7. Η αρχή του αναγκαίου και χρήσιμου για τη ζωή. Το αναγκαίο και χρήσιμο για τη ζωή πρέπει να είναι το ουσιώδες, το σύγχρονο, κυρίως το άμεσο, να βρίσκεται δε στο ύψος των δυνατοτήτων του παιδιού και των απαιτήσεων της κοινωνίας. Όχι μισές γνώσεις, δεξιότητες όχι στην τύχη και πολλές αλλά λίγες, διαλεγμένες ζωντανές και εμπεδωμένες. Το αποφασιστικό για την επιτυχία της ειδικής αγωγής είναι το εύχρηστο των γνώσεων και δεξιοτήτων το μέτρο της κατανόησης τους και η ομόλογη σχέση με τη μελλοντική ζωή του παιδιού.
8. Η αρχή της διάρθρωσης και προσφοράς της ύλης
η διάρθρωση της διδακτέας ύλης ακολουθεί μια ανιούσα προοδευτική κλίμακα η οποία διαγράφεται ως εξής
- από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο
- από το εγγύς τοπικά και χρονικά προχωρεί στο πέραν προς το μέλλον αλλά συνδέεται και
με το παρελθόν
- η ομόκεντρος αρχή κατά κύκλους αυξανόμενους διαμετρικά και αντίστοιχους προς τις
βαθμίδες
- από το όλο στο μέρος, από το γενικό στο μερικό από το εύκολο στο δύσκολο από το
απλό στο σύνθετο
- από το επίκαιρο στο τακτικό από το παιγνιώδες στο συστηματικό
- από το υλικό στο εικονικό
Η ύλη διαρθρώνεται σε ενότητες
9. Η αρχή της εμπειρίας
Η αρχή του αντικειμενικού, του συγκεκριμένου, του άμεσου εποπτικού βιώματος. Όλες οι γνώσεις δοκιμάζονται στην πραγματικότητα. Μόνο εκείνο που βιώνει, που ζει το παιδί, δημιουργεί εσωτερική εμπειρία που μπορεί να αξιοποιηθεί. Προηγείται η άμεση παρατήρηση, η επαφή με τα πράγματα. Το κοσμοείδωλο του ειδικού παιδιού είναι το αποτέλεσμα της προσωπικής επαφής του ίδιου με τον κόσμο, με τα αντικείμενα , με τη ζωή και την κίνηση του στενού του περιβάλλοντος δηλαδή αποτέλεσμα άμεσης εμπειρίας. Όπως είπε και ο Φλομπέλ ‘Πριν δώσεις στα παιδιά εικονογραφημένα βιβλία άφησε να ασκηθούν οι αισθήσεις τους τόσο πολύ σε εποπτικές μορφές στα πράγματα, στα φυτά, στα ζώα του σπιτιού.
10. Η αρχή των διδακτικών ενοτήτων
11. Η αρχή της εργασίας
Το ειδικό παιδί μαθαίνει καλύτερα με την άμεση επικοινωνία με τα πράγματα, τη ζωή και περισσότερο όταν όλα περνούν από το χέρι .Το ειδικό παιδί κατακτά τον κόσμο με το χέρι την καρδιά και τον νου.
12. Η αρχή της κυκλικής διαδρομής( παρατήρηση –βίωση, εποπτική-υλική ή συμβολική αναπαράσταση- επαναβίωση
Τις παραπάνω αρχές έχουν τη δυνατότητα να υλοποιήσουν τα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στην Ειδική αγωγή. Το διδακτικό υλικό το παίρνουν από την αληθινή ζωή, από τη γύρω ζωντανή πραγματικότητα και έχει μια άμεση σχέση με τα αντικείμενα, τα ζώα, τους ανθρώπους τη ζωή και την κίνηση του περιβάλλοντος, το τοπικό χρώμα. Ο μαθητής βάσει πρακτικών δραστηριοτήτων που καθορίζονται εξωτερικά από άλλους η μέσω αυτόνομης χειραφέτησής του κατανοεί τα αντικείμενα του περιβάλλοντος και μαθαίνει να τα επεξεργάζεται ως φορέας πληροφοριών και ιδιοτήτων.. Τα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης βοηθούν πάρα πολύ προς αυτή την κατεύθυνση. Η επαφή του μαθητή μέσω δραστηριότητας με τα αντικείμενα και τη φύση τού επιτρέπει να κατανοεί ιδιότητες και λειτουργίες. Όταν το αντικείμενο του μαθήματος θέτει δομές και στόχους εκτός του σχολείου ή όταν η σύνδεσή του με τη ζωή δεν είναι καταφανής στα πλαίσια της τάξης, στις περιπτώσεις αυτές οι χώροι μάθησης εκτός σχολικού συγκροτήματος που κατά κανόνα συνδέονται με τα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης προσφέρουν περισσότερες και ποικιλόμορφες δυνατότητες για αλληλεπίδραση και κατανόηση της πραγματικότητας. Τέτοιοι χώροι είναι τα μέσα συγκοινωνίας, τα καταστήματα ,η φύση, τα μουσεία, χώροι που διοργανώνονται αθλητικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις. Οι μαθητές πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για τη συχνή περίπλοκη και προβλέψιμη και ασυνήθιστη πραγματικότητα γι' αυτό χρειάζεται να επιχειρείται στο σχολείο η κατάλληλη ανάλυση των πιθανών αναμενόμενων προβλημάτων που θα ανακύψουν κατά τη συνάντηση των μαθητών με τα νέα δεδομένα. Πολλές φορές επιβάλλεται η εξάσκηση αντιμετώπισης των διαφόρων καταστάσεων είτε με τη μορφή παιχνιδιού ρόλων είτε με το να προσφέρονται κατάλληλοι προσανατολισμοί βοήθειας μέσω εικόνων, αφηγήσεων, έως ότου τελικά γίνουν πιο προσιτές και κατανοητές οι πραγματικές καταστάσεις.
Όσον αφορά στη διδασκαλία που είναι προσανατολισμένη στη μέθοδο σχεδίων εργασίας, φαίνεται ν’ ανταποκρίνεται στην ανάγκη των παιδιών να μαθαίνουν μέσω βιωμάτων και μέσω της συμμετοχής τους σε διάφορες καταστάσεις. Αφετηρία για την εφαρμογή αυτού του μοντέλου είναι η εμπειρία στα ενδιαφέροντα και ανάγκες μάθησης του μαθητή .Επιλέγεται σε τακτική ενότητα μια φυσική κατάσταση ζωής από το περιβάλλον του μαθητή και επιχειρείται ν’ αναπτυχθούν ικανότητες δράσης και αυτόνομη αντίδραση των μαθητών απέναντι σε πραγματικές καταστάσεις ζωής.
Το παιχνίδι ως μέθοδος μάθησης κατέχει σημαντικό χώρο στα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης των μαθητών με ειδικές ανάγκες. Το παιχνίδι κάθε μορφής, προσφέρει την ευκαιρία στο παιδί να αντιληφθεί και να κατανοήσει τον εαυτό του και το περιβάλλον του. Το «μαθαίνω παίζοντας» αποτελεί βασικό στόχο του μαθήματος αλλά ταυτόχρονα αυτό καθαυτό το παιχνίδι δίνει τη δυνατότητα στο μαθητή να αναπτύξει τις πρώτες του σχέσεις με τα αντικείμενα και τον κόσμο, να συνειδητοποιήσει βασικές λειτουργίες κινητικές και κοινωνικές. Το παιχνίδι προσφέρει ευκαιρίες συμψηφισμού και αντιστάθμισης. Συντελεί στην ενίσχυση του εγώ και στη δημιουργία μιας καλύτερης αυτοεικόνας. Ενισχύει προσπάθειες κοινωνικής ένταξης. Το ανοιχτό μάθημα είναι επίσης ένα στοιχείο ουσιαστικό της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Πρόκειται για ένα δυναμικό σχέδιο διεύρυνσης και επέκτασης του μαθήματος στα πλαίσια μιας νέας κουλτούρας για τη σχολική καθημερινότητα.
“Eν κατακλείδι» επισημαίνουμε ότι στα παραπάνω πλαίσια αρχών για την ειδική και περιβαλλοντική εκπαίδευση, το περιβάλλον σ΄όλες τις διαστάσεις (φυσικο-κοινωνικό, πολιτιστικό) προσεγγίζεται μέσα από στοχευμένες δραστηριότητες, διαρθρωμένες στους άξονες του ΠΑΠΕ με απώτερο στόχο ο ανάπηρος μαθητής να κατακτήσει την αυτονομία του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου